Μέρα Μαγιού μου μίσεψες

VI

Μέρα Μαγιού μου μίσεψες, μέρα Μαγιού σε χάνω,
άνοιξη, γιε, που αγάπαγες κι ανέβαινες απάνω

Στο λιακωτό και κοίταζες και δίχως να χορταίνεις
άρμεγες με τα μάτια σου το φως της οικουμένης

Και με το δάχτυλο απλωτό μου τάδειχνες ένα-ένα
τα όσα γλυκά, τα όσα καλά κι αχνά και ροδισμένα

Και μούδειχνες τη θάλασσα να φέγγει πέρα, λάδι,
και τα δεντρά και τα βουνά στο γαλανό μαγνάδι

Και τα μικρά και τα φτωχά, πουλιά, μερμήγκια, θάμνα,
κι αυτές τις διαμαντόπετρες που ίδρωνε δίπλα η στάμνα.

Μα, γιόκα μου, κι αν μούδειχνες τ’ αστέρια και τα πλάτια,
τάβλεπα εγώ πιο λαμπερά στα θαλασσιά σου μάτια.

Και μου ιστορούσες με φωνή γλυκειά, ζεστή κι αντρίκια
τόσα όσα μήτε του γιαλού δε φτάνουν τα χαλίκια

Και μούλεες, γιε, πως όλ’ αυτά τα ωραία θάναι δικά μας,
και τώρα εσβήστης κ’ έσβησε το φέγγος κ’ η φωτιά μας.

Γιάννης, Ρίτσος, ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ, 1936

ΗΤΑΝ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΑΚΡΙΒΩΣ 75 ΧΡΟΝΙΑ: συγκλονισμένος από το θρήνο της μάνας ενός 25χρονου που σκότωσε η χωροφυλακή στη μαγιάτικη απεργία των καπνεργατών στη Θεσσαλονίκη, ο Γιάννης Ρίτσος έγραψε αμέσως ένα από τα σημαντικότερα έργα του: τον «Επιτάφιο».Το βιβλίο απαγορεύθηκε από τη δικτατορία Μεταξά και αντίτυπά του κάηκαν μπρος στους Στύλους του Ολυμπίου Διός.
Χρειάστηκε να περάσουν δεκαετίες για να επανεκδοθεί και το 1956 ο ποιητής το έστειλε στον Μίκη Θεοδωράκη, που σπούδαζε μουσική στο Παρίσι. Ηταν μια βροχερή μέρα του 1958 όταν ο τελευταίος διάβαζε το έργο, περιμένοντας μέσ’ στο αυτοκίνητο τη γυναίκα του, Μυρτώ, να ψωνίσει στο ελληνικό μπακάλικο. Ο οίστρος όμως δεν περίμενε: και το ίδιο εκείνο απόγευμα μελοποίησε τα περισσότερα ποιήματα.
Επρεπε να περάσουν ακόμα δύο χρόνια για να ενορχηστρώσει ο Μάνος Χατζιδάκις μερικά από αυτά και να τα ηχογραφήσει στην αυγουστιάτικη Αθήνα του 1960, με τη Νάνα Μούσχουρη σε μια από τις καλύτερες στιγμές της. Ο δεκαπεντασύλλαβος της λαϊκής ποίησης παντρεύτηκε με κελαρυστές μελωδίες κρητικής, επτανησιακής αλλά και βυζαντινής καταγωγής. Ομως ο Θεοδωράκης, που είχε επιστρέψει πλέον στην Ελλάδα, αναζητούσε κάτι αδρότερο για να συνεγείρει τον λαϊκό κόσμο. Ετσι αποφάσισε την αναπάντεχη ηχογράφηση με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και τον Μανώλη Χιώτη στην Columbia.

****************************************************

Σύνθεση: Μίκης Θεοδωράκης
Ερμηνεία: Γρηγόρης Μπιθικώτσης